Αδιάφοροι και άβουλοι να «πονέσουν» τον σουλτάνο - Αγνοούν τις εκκλήσεις Ελλάδας και Κύπρου για να μην χάσουν τα λεφτά τους - Με δεμένα χέρια η ΕΕ λόγω οικονομικών συμφερόντων – Γιατί είναι σχεδόν απίθανο να επιβληθούν κυρώσεις στην Σύνοδο του Δεκεμβρίου.
Πολλές φορές είναι να αναρωτιέται κανείς τι είναι αυτό που τροφοδοτεί τόσο καιρό την προκλητική Τουρκία σε μία συμπεριφορά τόσο εξώφθαλμα παράνομη απέναντι στη Χώρα μας και γιατί το μόνο που την ανάγκασε να υποχωρήσει τελικά ήταν η δυναμική απάντηση της Γαλλίας.
Γιατί, θα απαντήσουν μερικοί, περιμένει και πάλι λίγο πριν τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρώπης στις 10 και 11 Δεκεμβρίου, όταν θα αναστείλει προσωρινά τις παράνομες ενέργειες της, για να μην της επιβληθούν οικονομικές κυρώσεις. Μία τακτική που εφήρμοσε στην προηγούμενη Σύνοδο εξαπατώντας τους Ευρωπαίους, αφού «μάζεψε» το Oruc Reis λίγο πριν την έναρξη της για να το «παίξει καλή», και το «ξαναέβγαλε» μόλις αυτή είχε τελειώσει. Οι Ευρωπαίοι είτε πίστεψαν ότι ο ελλιμενισμός του ερευνητικού ήταν όντως μία κίνηση καλής θέλησης, είτε βρήκαν την αφορμή που περίμεναν για να παραπέμψουν το θέμα στις καλένδες, επιβάλλοντας μηδαμινές κυρώσεις και ρίχνοντας ουσιαστικά την Τουρκία στα μαλακά.
Αυτή η εξέλιξη εύλογα προκάλεσε έκπληξη σε πολλούς. Πού είναι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη όταν απειλούνται τα κυριαρχικά δικαιώματα όχι ενός, αλλά δύο κρατών της Ένωσης όπως η Ελλάδα και η Κύπρος; Και γιατί δεν σπεύδουν να καταδικάσουν κατ’ ελάχιστο με δηλώσεις από τη πρώτη στιγμή τις παράνομες αυτές ενέργειες και την ακραία ρητορική της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας; Γιατί είναι τόσο επιφυλακτικοί από τη στιγμή που η Τουρκία από το Νοέμβριο του 2019 με την υπογραφή του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, μέχρι και σήμερα, έχει επιδοθεί σε μία σωρεία παράνομων ενεργειών;
Η αιτία μπορεί να βρίσκεται πίσω από τις οικονομικές σχέσεις που έχει η Τουρκία με ευρωπαϊκές χώρες. Ειδικότερα, στον τομέα των εξοπλιστικών, θα λέγαμε ότι η απροθυμία πολλών ευρωπαϊκών κρατών για κυρώσεις εναντίον της γείτονος είναι ευθέως ανάλογη με τις συμφωνίες που έχουν συνάψει μαζί της για αγορές ή γενικότερα συνεργασίες στον αμυντικό τομέα.
Απτό παράδειγμα αυτής της συλλογιστικής είναι η σύναψη πλήθους συμφωνιών για παράδειγμα, με τη Γερμανία με την πιο γνωστή από αυτές να είναι η αγορά έξι υποβρυχίων τύπου 214. Με την Ισπανία επίσης, η διπλωματία των εξοπλισμών είναι πολύ έντονη με την πιο γνωστή σύμπραξη να αφορά το πρόγραμμα ναυπήγησης του τουρκικού μίνι αεροπλανοφόρου Anadolu μέσω μίας ισπανο-τουρκικής κοινοπραξίας, ένα σκάφος όμοιο σχεδιαστικά με το αντίστοιχο ισπανικό. Αναφορικά με την Ιταλία, η Άγκυρα αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο εισαγωγέα ιταλικών οπλικών συστημάτων, ενώ γενικότερα οι δύο χώρες έχουν αναπτύξει συνεργασία σε πλήθος κοινοπραξιών, όπως τη συμπαραγωγή του επιθετικού ελικοπτέρου Mangusta και την κατασκευή κατασκοπευτικών δορυφόρων από τον ιταλικό όμιλο Leonardo.
Και ασφαλώς κανείς δεν μπορεί να μην βάλει στην εξίσωση και την οικονομική αλληλεξάρτηση των Ευρωπαϊκών τραπεζών από την παραπαίουσα τουρκική οικονομία. Συγκεκριμένα, υπάρχουν πολύ εκτεθειμένες τράπεζες όπως οι ισπανικές που έχουν 64 δισ. δολάρια τουρκικό χρέος, οι ιταλικές με 21 και οι γερμανικές με 9 δισ. δολάρια. Αναλυτές μάλιστα εκφράζουν ανοιχτά ανησυχίες για πιθανό ντόμινο στην ευρωπαϊκή οικονομία, αν οι σχέσεις Ευρώπης – Τουρκίας χειροτερεύσουν.
Από τα παραπάνω εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος γιατί ο προκλητικός Ερντογάν συνεχίζει να απειλεί τη χώρα μας, χωρίς να ανησυχεί ιδιαίτερα για τις αντιδράσεις της Ευρώπης. Έχοντας αναπτύξει ιδιαίτερα την λεγόμενη διπλωματία των εξοπλισμών με ισχυρές ευρωπαϊκές δυνάμεις και έχοντας καταχρεώσει τις τράπεζες τους, μπορεί να νιώθει σίγουρος ότι αυτές δεν θα χαλάσουν τις συμφωνίες για χάρη της Ελλάδας, ακόμη και στην επερχόμενη Σύνοδο Κορυφής.
Όμως είναι γνωστό ότι η υπομονή έ0χει και τα όρια της, ότι φτάνει μία στιγμή που οι υπόγειες σχέσεις και συνεννοήσεις δεν αρκούν για να καλύψουν τις προκλητικές ενέργειες που βάλλουν ευθέως εναντίον μίας χώρας που χωρίς να προκαλεί, επιθυμεί την διευθέτηση των όποιων διαφορών στη βάση του διεθνούς δικαίου. Και φυσικά το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στις διμερείς μας διαφορές. Αργά αλλά σταθερά όλοι αντιλαμβάνονται τη συνεχή απόπειρα επιρροής της Τουρκίας στην καρδιά μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων, μέσω κυρίως της εργαλειοποίησης της θρησκείας. Γιατί αν δεν αποτελεί απειλή το γεγονός ότι οι πρόσφατες ακραίες εκφράσεις μίσους στη Γαλλία και την Αυστρία έγιναν αμέσως μετά τις λεκτικές απειλές του Προέδρου Ερντογάν, τότε τι είναι;
Η επερχόμενη Σύνοδος Κορυφής τον Δεκέμβριο είναι μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ευρώπη να δείξει ότι μπορεί να συμπεριφερθεί ως ενιαίο σύνολο και να ανασχέσει την απειλή που ονομάζεται Τουρκία. Η χλιαρή μέχρι σήμερα αντίδραση μερίδας ευρωπαϊκών κρατών στο βωμό των οικονομικών συναλλαγών δεν μπορεί να είναι εις βάρος της προκλητικότητας και της ασφάλειας των πολιτών. Μέχρι σήμερα ως Χώρα έχουμε καταφέρει (μετά και τις φιλότιμες προσπάθειες της Τουρκίας) να αναδείξουμε το μέγεθος του προβλήματος και να μετατρέψουμε τις ελληνοτουρκικές διαφορές σε ευρωτουρκικές. Κυρώσεις λοιπόν αυτή τη φορά πρέπει να υπάρξουν και να «πονέσουν» την γείτονα, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, θα βρεθούμε να είμαστε στο ίδιο έργο θεατές, το οποίο εκτός από βαρετό γίνεται και πολύ επικίνδυνο!