Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

28 Οκτωβρίου 1940: “Alors… c’est la guerre” - Ήταν αυτή η αρχή?

 Τις πρώτες πρωϊνές ώρες, ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι επιδίδει τελεσίγραφο κήρυξης πολέμου στον κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά. Το τελεσίγραφο έκανε λόγο για παραβίαση της ουδετερότητος του πολέμου εκ μέρους της Ελλάδος, χορηγώντας διευκολύνσεις και πληροφορίες σε βρετανικά μέσα που δρούσαν κατά των συμφερόντων της Ιταλίας και ζητούσε την εντός λίγων ωρών άδεια των ελληνικών αρχών να εισέλθουν στο ελληνικό έδαφος ιταλικά στρατιωτικά τμήματα και να ελέγξουν γεωγραφικές περιοχές στρατηγικής σημασίας για την εξασφάλιση της ειρήνης.


Ο Μεταξάς απέρριψε το αίτημα με τη φράση: « Alors, c’est la guerre » (λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο). Η συνομιλία είχε διεξαχθεί στα γαλλικά, τη γλώσσα της διπλωματίας. Αμέσως μετά, συγκλήθηκε πολεμικό συμβούλιο που καθόρισε τις ενέργειες του κράτους και του λαού ενόψει του πολέμου.

Η Ιταλία είχε επιδείξει προκλητική και εχθρική συμπεριφορά ήδη από τη δεκαετία του 1920. Έχοντας καταλάβει τα Δωδεκάνησα από το 1911, αρνήθηκε να φύγει και αύξησε τη στρατιωτική της παρουσία και την οικονομική διείσδυση στις χώρες των Βαλκανίων και της Αφρικής. Εταιρίες δημοσίων έργων αναλάμβαναν κατασκευές δρόμων και σιδηροδρόμων, λιμένων και ιταλικές τράπεζες χορηγούσαν δάνεια που «έδεναν» όλο και περισσότερο τις χώρες αυτές στο άρμα της Ρώμης. Όταν οι χώρες αντιδρούσαν, ο στρατός έδειχνε την ωμή βία του, όπως στο επεισόδιο της Κερκύρας. 

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1923

Ήδη από το 1922, ο Μπενίτο Μουσολίνι, έχει καταλάβει την εξουσία στην Ιταλία. Όντας σχετικά νεοσύστατο κράτος, η γειτονική χώρα, ευελπιστούσε να ενταχθεί στο γκρουπ των άλλων μεγάλων αποικιοκρατικών δυνάμεων. Μεταξύ άλλων, η Αλβανία το 1923 αποτελούσε κράτος δορυφόρο της Ιταλίας.

Στις 27 Αυγούστου 1923, ο Ιταλός Στρατηγός Τελίνι και η συνοδεία του δολοφονούνται κατά τη διάρκεια επιθεώρησης της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Η Ιταλική κυβέρνηση απέδωσε τη δολοφονία σε Έλληνες πράκτορες, ενώ η Ελληνική ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για Αλβανούς ληστές.


Το καθεστώς Μουσολίνι εξέδωσε τελεσίγραφο προς την Ελληνική κυβέρνηση απαιτώντας μεταξύ άλλων τη σύλληψη και τιμωρία των υπευθύνων και χρηματική αποζημίωση 50 εκ. λιρετών. Η κυβέρνηση αν και ζήτησε επίσημα συγνώμη, αρνήθηκε να καταβάλει την χρηματική αποζημίωση.

Στις 31 Αυγούστου ο ιταλικός στόλος συνεπικουρούμενος από την ιταλική αεροπορία, βομβάρδισε τη Κέρκυρα. Κατόπιν αποβιβάστηκαν στρατεύματα που κατέλαβαν το νησί. Η φρουρά της Κέρκυρας δε μπόρεσε να αντιμετωπίσει την επίθεση και υποχώρησε. Η κυβέρνηση επέβαλε στρατιωτικό νόμο σε όλη την επικράτεια και απέφυγε οποιαδήποτε απάντηση στην Ιταλική επίθεση με το σκεπτικό να μην προκληθεί γενικευμένη σύρραξη μεταξύ των 2 χωρών.

Η Ελληνική πλευρά απευθύνθηκε στη Κοινωνία των Εθνών για την επίλυση του ζητήματος. Η ΚτΕ αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και παρέπεμψε το ζήτημα στη Διάσκεψη των Πρεσβευτών. Η Ελλάδα ουσιαστικά αναγκάστηκε να αποδεχθεί την ευθύνη για τη δολοφονία Τελίνι και να καταβάλει 50 εκ. λιρέτες ως αποζημίωση. Από την άλλη η Ιταλική εισβολή και η δολοφονία 20 Ελλήνων από το βομβαρδισμό του νησιού, πέρασαν στα “ψιλά” και η Ιταλία δεν απολογήθηκε και φυσικά δε κλήθηκε να αποζημιώσει την Ελλάδα. Η κατ’ ευφημισμόν ΚτΕ, απέδειξε ότι ήταν ανίκανη να επιβάλει το διεθνές δίκαιο σε μια ισχυρή χώρα όπως η Ιταλία.

Η κυβέρνηση Στυλιανού Γονατά δέχτηκε σφοδρή κριτική για τον χειρισμό του ζητήματος. Ακόμη χειρότερα η διεθνής κοινότητα απέτυχε να πάρει θέση ενάντια του επιθετικού ιταλικού φασιστικού καθεστώτος. Η άβουλη στάση της ΚτΕ θα δώσει χώρο στις φασιστικές και μιλιταριστικές δυνάμεις της εποχής να προβαίνουν σε επιθετικές ενέργειες χωρίς το φόβο των αντιποίνων.

Οι προετοιμασίες

Η Αλβανία του 40, το πιο νεαρό από τα βαλκανικά κράτη, απορροφήθηκε τότε σχεδόν αναίμακτα.

  Το ίδιο πίστευαν πως θα γινόταν και με την Ελλάδα, η οποία μετά από 15 χρόνια πολιτικής αστάθειας και διπλωματικής απομόνωσης, έμοιαζε εύκολος στόχος, δεδομένου ότι τελούσε υπό συγγενές προς τον φασισμό πολιτικό καθεστώς, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Ο πρωθυπουργός (εθνικός κυβερνήτης, επίσημα) Ιωάννης Μεταξάς, πρώην στρατιωτικός και βασιλόφρων πολιτικός από εικοσαετίας, διοικούσε τη χώρα με πειθαρχία και πρακτικές αντίστοιχες του ιταλικού φασιστικού σχήματος. Δεν ήταν ο μόνος στην Ευρώπη, καθώς πολλές χώρες μετά από άγονο ανταγωνισμό κομμουνιστών και συντηρητικών, έδειχναν προτίμηση στον «τρίτο δρόμο», μια μορφή σοσιαλίζουσας πολιτικής σε εθνικά πλαίσια.

 Ωστόσο, ο Μεταξάς ήταν ρεαλιστής. «Ή Ελλάς δέν είναι μία χερσόνησος περιβρεχομένη άπό θάλασσαν, άλλά μία θάλασσα περιβαλλόμενη υπό ξηράς… Ή Ελλάς δέν δύναται λοιπόν νά τά βάλη ώς έκ της γεωγραφικής της θέσεως μέ καμίαν απολύτως ναυτικής δυναμιν Μεγάλην. Είναι πράγμα το όποιον ουδέ νά σκεφθή δύναται..», έλεγε και ταύτισε τα συμφέροντα της χώρας με της κυριάρχου της Μεσογείου, της Μεγάλης Βρετανίας. Αν και προσπάθησε να κρατήσει τη χώρα εκτός του ευρωπαϊκού πολέμου, όπως το 1916, επενδύοντας στις ίσες αποστάσεις και στην εμπορική, βιομηχανική και αγροτική ανάπτυξη, δεν κατόρθωσε τελικά να παρακάμψει τις ορέξεις της Ιταλίας. Στις 15 Αυγούστου 1940, η βύθιση του καταδρομικού «Έλλη» από ιταλικό υποβρύχιο σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων. Οι πολεμικές προπαρασκευές, που είχαν ξεκινήσει συστηματικά από το 1935, εντατικοποιήθηκαν. Εκπαίδευση-εξοπλισμοί-οργάνωση. Στις 28 Οκτωβρίου, όλα ήταν έτοιμα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου